Είναι μια καταγγελία που δεν τη χωρά το μυαλό. Ο 19χρονος περιγράφει συνθήκες εντελώς αντίθετες από την εικόνα που μέχρι τώρα υπήρχε για την «Κιβωτό του Κόσμου».

Σοκάρει η κατάθεση του 19χρονου

Στις 7 σελίδες της κατάθεσής του, ξετυλίγει τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε στα χέρια του κακοποιητή του, όπως ισχυρίζεται, μέσα στη δομή.

«Τον γνώρισα στην Γ΄ Γυμνασίου, όταν πήγαινα στο Κέντρο Ημέρας στον Κολωνό. Μου πρότεινε να φύγω από την Αθήνα, ότι θα με βοηθούσε να βρω δουλειά, να φτιάξω το μέλλον μου, αλλά και τη μητέρα μου, δίνοντάς της επίδομα όπως και στον αδερφό μου.

»Έτσι πείστηκα, έφυγα από την Αθήνα, πήγα σε δομή της Οργάνωσης στο Βόλο και στη συνέχεια στην Καλαμάτα».

Τα όσα φέρεται να έγιναν σε μια εκδρομή ήταν η αιτία, όπως ισχυρίζεται ο 19χρονος, να φανερωθεί το πραγματικό πρόσωπο και ο σκοτεινός σκοπός του ανθρώπου που τον έφερε στην Κιβωτό.

«Στην Καλαμάτα, στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2020, κατάλαβα πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο … έφυγε από την Αθήνα όπου ζούσε μόνιμα και ήρθε να μείνει και αυτός στην Καλαμάτα για ενάμιση μήνα.

»Σε μια εκδρομή πριν από τα Χριστούγεννα του 2020, προχώρησε σε ασελγείς πράξεις σε βάρος μου, οι οποίες συνεχίστηκαν για αρκετό διάστημα. Όσο εγώ αντιδρούσα, εκείνος με έστελνε να κάνω δουλειές και πράγματα υποτιμητικά».

Οι λεπτομέρειες που ανέφερε στην κατάθεσή του ο 19χρονος για τα όσα γίνονταν, έως ότου καταφέρει να ξεφύγει από τα χέρια αυτού του ανθρώπου, είναι ανατριχιαστικές.

«Όσο περνούσαν οι μήνες, με κακομεταχειριζόταν ακόμη περισσότερο. Με υποχρέωνε να του βάζω και να του βγάζω τα παπούτσια και τις κάλτσες, μου επέβαλε να μένω αξύριστος και ακούρευτος, μέχρι και να σταματήσω να πηγαίνω στο σχολείο.

»Παρόλα αυτά, μου έδινε χρήματα, μου αγόραζε παπούτσια των 180 ευρώ και κινητό των 800 ευρώ. Όταν έγινε μια κλοπή στη δομή του Βόλου, βρήκα τη δύναμη να φύγω από εκεί και ύστερα αποκάλυψα το τι συνέβαινε και στη μητέρα μου».

Σαστισμένοι οι γείτονες, αλλά κάποιοι δεν εκπλήσσονται

Ο πατέρας Αντώνιος, σοκαρισμένος από τα όσα αποκαλύπτονται, επιχειρεί να δώσει τη δική του εξήγηση για το τι μπορεί να έχει συμβεί.

Οι κάτοικοι στον Κολωνό, όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις της «Κιβωτού του Κόσμου», είναι σαστισμένοι από τα όσα λέγονται και ακούγονται, με κάποιους ωστόσο να μην εκπλήσσονται.

Πάντως, το υπουργείο Εργασίας έκανε γνωστό ότι «παγώνει» την παραχώρηση νέου κτιρίου στην «Κιβωτό» έως ότου ξεκαθαριστεί η υπόθεση.

Τέσσερα είναι τα άτομα που έχουν καταθέσει μέχρι στιγμής στο τμήμα Ανηλίκων της Αστυνομίας και, για τις επόμενες ημέρες, δεν φαίνεται να αλλάζει αυτός ο αριθμός.

«Τον φοβέριζαν», λέει συγγενής του 19χρονου

Εν τω μεταξύ, αποκαλυπτικά είσαι όσα είπε, μιλώντας στο MEGA και το Live News, συγγενής του 19χρονου.

«Ο καταγγελλόμενος τον είχε καλέσει στην Αθήνα, αυτός τον καλούσε συνέχεια στην Αθήνα. Τη μία είχε πρόβλημα στη μέση του, είχε κάνει ένα χειρουργείο και έπρεπε να είναι ο μικρός εκεί επί 24ωρου βάσεως. Να φανταστείτε πηγαίναμε στην Αθήνα και δε μας επέτρεπε να το βλέπουμε το παιδί, έφευγε το παιδί για μισή ώρα, σκαστός να έρθει.

»Ο μικρός σε ανύποπτο χρόνο μου είχε πει ότι έχει συμβεί και στον Βόλο. Πότε ακριβώς δεν ξέρω, νομίζω το 2020. Τον έβαζε τιμωρία αν δε συναινούσε, εάν δε συνεργαζόταν τους έβαζαν τιμωρία, τον μικρό συγκεκριμένα. Υπήρχε αυτό το καθεστώς, δύο – τρεις ώρες σε ένα δωμάτιο, στην απομόνωση». λέει χαρακτηριστικά.

«Τον χτυπούσαν»

Εμφανώς σοκαρισμένος και αγανακτισμένος, ο συγγενής του 19χρονου δηλώνει: «Με πιάνει το στομάχι μου τώρα».

Όπως λέει στο Live News, στην «Κιβωτό», τον νεαρό «τον χτυπούσαν, όχι μόνο τον φοβέριζαν. Δεν ξέρω πώς, γιατί στην ηλικία των 16 φύγανε και τα δύο τα παιδιά, ήταν 6 και ο μεγάλος 7 ετών και στην ηλικία των 16-15 φύγανε για να μείνουν με τη μητέρα.

»Έπαιζε μπάσκετ ο μικρός και τον έπεισε ότι: ‘Έλα θα σε στείλω στο Βόλο, θα σε κάνω το δεξί μου χέρι’, του έφερνε παράδειγμα κάποια άλλα παιδάκια, που έχει κάνει το δεξί του χέρι. Και τον έπεισε και τον πήγε στο Βόλο. Εκείνος τον έστειλε να αναλάβει εκείνη τη δομή στην Καλαμάτα. Αλλά ποια Καλαμάτα; Κάθε Σαββατοκύριακο ήταν Αθήνα και έμενε μια εβδομάδα.

»Ξεκίνησε να του βάζει δάχτυλα στη μύτη και εν συνεχεία (…). Λέει: ‘όταν το έκανε αυτό, εγώ τον έβλεπα σαν πατέρα μου, τον έλεγα μπαμπά, πατέρα, έπαθα σοκ’.

»Του λέω, ‘γιατί ρε δε σηκώθηκες να φύγεις, να του δώσεις ένα χαστούκι;’. Λέει: ‘εσύ στον πατέρα σου δίνεις ένα χαστούκι;’.

»Λέω, ‘χαζός είσαι;’, ‘δεν μπορούσα’, μου λέει. Με είχε πάρει από τον Βόλο τηλέφωνο, τον είχαν βάλει και καθάριζε ένα χωράφι πέντε στρέμματα, ο μικρός μόνος του, με τσουγκράνες, χορτοκοπτικά και αυτά και λέει: ‘Κοίτα να δεις τι κάνω’. Ήταν ενθουσιασμένος, του άρεσε».

«Τόσο καιρό είσαι στην Κιβωτό – Τώρα θα δώσεις εσύ»

«Όλα τα είπε τον Ιανουάριο που έφυγε. Δεν έλεγε, έλεγε μισόλογα, μα φαινόταν, πήγαινε πέρα-δώθε στο δωμάτιο, δεν μπορούσε να κάτσει σε ένα σημείο. ‘Ρε (…) μου, αγάπη μου, τι έχεις πάθει παιδί μου;’ του λέω, ‘τι έχεις πάθει παιδί μου;’

»Έτσι αρχίσαμε να λέμε κάτι συμβαίνει, αυτός δεν ήταν έτσι. Τι έχει πάθει; Αλλά μετά που το συζήτησα με τη μητέρα του, μου λέει: ‘Ένα χρόνο τώρα είναι έτσι, του κάνει κακό εκεί μέσα που μένει’.

»Λέει η μητέρα του: ‘Ναι, δεν κάθεται σαν άνθρωπος, πάει κι έρχεται’. Και από εκεί άρχισε να ανοίγεται. Του λέω, ‘εσύ δεν ήσουν έτσι, τι σου συμβαίνει; Μίλα μας, έχει γίνει κάτι; Και έτσι άρχισε και τα έλεγε.

»Ντρέπομαι ρε (…), νρέπομαι.

»Του λέω ‘βρε θα σου πούμε ότι είσαι (…)’.

»Και τι; Να με λένε αδελφή; Του λέω ‘Βρε χαζός είσαι; Ποιος θα σε πει αδελφή;’. Του λέω μετά: ‘Γιατί δεν σηκώθηκες να φύγεις;’.

»Έλεγε: ‘Αφού τόσα χρόνια σας είχα εγώ, τώρα κι εσείς θα δώσετε’.

»Για να τον πείσει τον μικρό, η μητέρα νοίκιαζε σπίτι και της έδινε το ενοίκιο».