
Ακούγεται… λάθος: Μόνο το 2% ξέρει πώς λέγεται στα ελληνικά το «φερμουάρ» – Εσύ;
Λίγα πράγματα σε αυτή τη ζωή μπορούν να επιφέρουν μεγαλύτερη ταλαιπωρία από ένα χαλασμένο φερμουάρ. Η ενόχληση μάλιστα που σου προκαλεί αυτό το μικρό διαολεμένο ατύχημα έχει στάδια:
Πρώτα της άρνησης. Δεν δέχεσαι ότι έχει χαλάσει, θεωρείς ότι το πρόβλημα είναι στιγμιαίο και όχι μόνιμο, θες να πείσεις και τον εαυτό σου τον ίδιο ότι απλά «κόλλησε».
Μετά η επιμονή: Το φέρνεις από ‘δω, το φέρνεις από ‘κει, προσπαθείς να το επισκευάσεις. Για κάποιο λόγο (κι ενώ ξέρεις μέσα σου ότι δεν ισχύει στην πραγματικότητα) πιστεύεις ότι μπορεί να το επαναφέρεις.
Και τέλος ο εκνευρισμός: Η αποτυχημένη απόπειρα επιδιόρθωσης σε συνδυασμό με τη βίαιη συνειδητοποίηση ότι πρέπει να χρησιμοποιήσεις άλλο ρούχο, τσάντα, βαλίτσα (ή οτιδήποτε άλλο περιέχει τελοσπάντων το εξάρτημα) σπανίως αντιμετωπίζεται με ψυχραιμία και χωρίς μπινελίκια.
Κι όμως: Υπάρχει κάτι ακόμα πιο απίθανο από το να επισκευάσεις (χωρίς να είσαι ειδικός) ένα χαλασμένο φερμουάρ: Το να ξέρεις την ελληνική του ονομασία. Και να την προφέρεις χωρίς ν’ ακουστείς σαν τον Κωνσταντίνο Κατακουζηνό!
Ελάχιστοι γνωρίζουν λοιπόν ότι ο πρώτος άνθρωπος που καθιέρωσε ως πατέντα το φερμουάρ ήταν ο Γουίκομπ Τζάντσον το μακρινό 1893. Εξάλλου τότε δεν είχε ακόμα τη σημερινή του μορφή, αλλά ήταν στην πραγματικότητα ένας μηχανισμός με κρίκους και άγκιστρα.
Παράλληλα όμως δεν ξεπερνούν σε ποσοστό το 2% όσοι γνωρίζουν πως η εγχώρια ορολογία του φερμουάρ είναι «τορμοσυνάπτης». Ετυμολογικά πρόκειται για τη σύνθεση δυο λέξεων, του «τόρμος» και του «συνάπτω». Η πρώτη σημαίνει μικρή προεξοχή και ξύλινο ή μεταλλικό δόντι και η δεύτερη σημαίνει ενώνω, συνδέω.
Κατά συνέπεια, τορμοσυνάπτης είναι ο μηχανισμός που κλείνει-κουμπώνει ρούχα, βαλίτσες κλπ. Και αν ποτέ το συναντήσεις ως (δύσκολη) ερώτηση στον «Εκατομμυριούχο» ξέρεις πια τι να κάνεις για να τη φέρεις στο… τέρας!
Πηγή: menshouse.gr