«Πολλοί πρόεδροι ονειρεύονταν να δώσουν το τελικό χτύπημα στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αλλά κανένας δεν μπόρεσε μέχρι τον Τραμπ», σχολίασε ο Χέγκσθ, χαρακτηρίζοντας την επιχείρηση στο Ιράν «γενναία και λαμπρή».

«Όταν ο πρόεδρος Τραμπ μιλάει, ο κόσμος πρέπει να ακούει», σημείωσε ακόμη, προσθέτοντας ότι «καμία άλλη χώρα εκτός από τις ΗΠΑ δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό».

 

Σε ερώτηση για πιθανά ιρανικά αντίποινα, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας προειδοποίησε πως: «Οποιαδήποτε αντίδραση θα αντιμετωπιστεί με τεράστια ισχύ. Θα ήταν πολύ κακή ιδέα να χτυπήσει το Ιράν ή οι σύμμαχοί του αμερικανικές βάσεις στη Μέση Ανατολή».

Ο Χέγκσεθ έκανε ειδική αναφορά και στους πιλότους των βομβαρδιστικών καθώς και σε όλους όσοι συμμετείχαν στις επιχειρήσεις, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ είχαν προετοιμαστεί για εβδομάδες και μήνες, ώστε να είναι έτοιμες να ενεργήσουν μόλις δινόταν η εντολή από τον αμερικανό πρόεδρο. Παράλληλα, επιβεβαίωσε ότι γα πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν ειδικές διατρητικές βόμβες στις επιδρομές στις τρεις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.

Παράλληλα, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας υπογράμμισε: «Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν πόλεμο, αλλά θα ενεργούν αποφασιστικά κάθε φορά που απειλούνται τα συμφέροντά τους».

 

Όπως δήλωσε ο αρχηγός του αμερικανικού γενικού επιτελείου, στρατηγός Νταν Κέιν, παρουσιάζοντας γραφήματα, η επιχείρηση ξεκίνησε τα μεσάνυχτα της Παρασκευής (ώρα ΗΠΑ), όταν βομβαρδιστικά B-2 απογειώθηκαν από αμερικανικές βάσεις. Ορισμένα από αυτά κινήθηκαν δυτικά, προς τον Ειρηνικό Ωκεανό, σε μια προσχεδιασμένη προσπάθεια παραπλάνησης για να διατηρηθεί ο αιφνιδιασμός.

Κατά τη 18ωρη πορεία προς τους στόχους, τα αεροσκάφη ανεφοδιάστηκαν στον αέρα πολλές φορές. Την ίδια στιγμή, στις 5 μ.μ. (ώρα Ανατολικής Ακτής ΗΠΑ), αμερικανικό υποβρύχιο εκτόξευσε περισσότερους από 24 πυραύλους Tomahawk, πλήττοντας την περιοχή Ισφαχάν, όπου βρίσκεται μία από τις βασικές πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.

Το πρώτο από τα B-2 έριξε δύο διατρητικές βόμβες GBU-57 «Massive Ordnance Penetrator» σε υπόγειες πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν στο Φορντό, ενώ ακολούθησε ευρείας κλίμακας βομβαρδισμός στους υπόλοιπους στόχους.

Συνολικά, χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 75 προηγμένα όπλα, μεταξύ αυτών 14 διατρητικές βόμβες βάρους 30.000 λιβρών (13.600 κιλών η κάθε μία), οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά σε επιχειρησιακό περιβάλλον.

Ο στρατηγός Κέιν χαρακτήρισε την επιχείρηση «παράδειγμα της παγκόσμιας στρατιωτικής εμβέλειας των ΗΠΑ», επισημαίνοντας πως σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε με ταχύτητα, ακρίβεια και απόλυτο συντονισμό ανάμεσα σε πολλαπλά θέατρα επιχειρήσεων.

Ερωτηθείς ο Αμερικανός στρατηγός εάν πιστεύει ότι κάποιο μέρος των πυρηνικών δυνατοτήτων του Ιράν παραμένει άθικτο παρά τις επιθέσεις, απάντησε ότι είναι «πολύ νωρίς» για να γίνει αξιολόγηση».