
«Εξαιτίας των δοκιμών από άλλες χώρες, έδωσα εντολή στο υπουργείο Πολέμου να αρχίσει δοκιμές των πυρηνικών μας όπλων επί ίσοις όροις», τόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος κάνοντας αναφορά σε Ρωσία και Κίνα
«Λόγω της τρομερής, καταστροφικής ισχύος τους, ΑΠΕΧΘΑΝΟΜΟΥΝ να το κάνω αλλά δεν είχα άλλη επιλογή!», υπογραμμίζει.

Η τελευταία πυρηνική δοκιμή των Ηνωμένων Πολιτειών πραγματοποιήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1992, στο πεδίο δοκιμών της Νεβάδα. Η δοκιμή είχε την κωδική ονομασία “Divider” και ήταν μέρος του προγράμματος υπογείων πυρηνικών εκρήξεων που οι ΗΠΑ διεξήγαγαν από το 1945 (ξεκινώντας με το «Trinity» στο Νέο Μεξικό). Οι πυρηνικές δοκιμές παρέχουν κρίσιμες πληροφορίες για την απόδοση των νέων όπλων αλλά και για το κατά πόσο τα παλαιότερα συστήματα παραμένουν λειτουργικά.
Το 1992, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ανακοίνωσε μορατόριουμ (αναστολή) των δοκιμών, εν μέσω αυξανόμενης διεθνούς πίεσης για πυρηνικό αφοπλισμό μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Οι ΗΠΑ υποστήριξαν τη δημιουργία της συνθήκης το 1996, η οποία απαγορεύει όλες τις πυρηνικές εκρήξεις. Αν και δεν την έχουν επικυρώσει, τηρούν στην πράξη τη δέσμευσή της.
Από το 1995, οι ΗΠΑ εφαρμόζουν το “Stockpile Stewardship Program”, που τους επιτρέπει να διατηρούν και να εκσυγχρονίζουν τα πυρηνικά όπλα χωρίς δοκιμές, χρησιμοποιώντας προηγμένη προσομοίωση σε υπερυπολογιστές και εργαστηριακά πειράματα.
Συνολικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες πραγματοποίησαν 1.032 πυρηνικές δοκιμές μεταξύ 1945 και 1992, περισσότερες από κάθε άλλη χώρα στον κόσμο.












