Σάββατο, 24 Μαΐου, 2025 09:35
ΥΓΕΙΑ

Η ζέστη δεν επηρεάζει το ίδιο άνδρες και γυναίκες: Τι δείχνουν οι μελέτες του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας






Νέες μελέτες, που βρίσκονται στο τελικό στάδιο ολοκλήρωσής τους αναδεικνύουν την αυξημένη ευαισθησία που παρουσιάζουν οι γυναίκες στην έκθεση στη ζέστη. Οι μελέτες εκπονήθηκαν από το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FAME Lab του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και αναμένεται να δημοσιευθούν επίσημα το προσεχές διάστημα. Όπως τονίζει ο Δρ Ανδρέας Φλουρής, καθηγητής Φυσιολογίας και διευθυντής του Εργαστηρίου, ως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη αλλά και συχνότερη εμφάνιση καυσώνων, εγκυμονώντας όλο και περισσότερους κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Ανάμεσα στις πληθυσμιακές ομάδες που πλήττονται από την έκθεση στη ζέστη, οι γυναίκες παρουσιάζουν αυξημένη ευαισθησία συγκριτικά με τους άνδρες.

Επιπτώσεις της ζέστης στην ανθρώπινη φυσιολογία και την υγεία

Σύμφωνα με τις μελέτες, η έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες αποτελεί σοβαρή απειλή για τη φυσιολογία και την υγεία του ανθρώπινου οργανισμού. Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Δρ Ανδρέας Φλουρής, επιτακτική ανάγκη αποτελεί η διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματος περίπου στους 37°C, καθώς ακόμη και μικρές αυξήσεις των 2-3°C μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές και δυνητικά απειλητικές διαταραχές, ιδιαίτερα στον εγκέφαλο. Τονίζει πως θερμοκρασίες άνω των 40°C αυξάνουν κατακόρυφα την πιθανότητα για θερμοπληξία, ενώ χαμηλότερα επίπεδα θερμοκρασίας (38-40°C) μπορεί να προκαλέσουν θερμική εξάντληση η οποία συνήθως εμφανίζεται με λιποθυμία, αδυναμία, άγχος, έντονη δίψα, ζάλη και πονοκεφάλους.

Παράγοντες επηρεασμού της αύξησης της θερμοκρασίας σώματος

Παράγοντες όπως η ζέστη από το περιβάλλον, ο ρουχισμός και η έντονη σωματική δραστηριότητα συμβάλλουν καθοριστικά στη θερμική καταπόνηση. Ο Δρ Ανδρέας Φλουρής, ο οποίος είναι Σύμβουλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, χαρακτηριστικά αναφέρει ότι η θερμική καταπόνηση προκαλεί διάφορες επιπτώσεις στη φυσιολογία μας, όπως αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος και του δέρματος, περισσότερη ροή αίματος προς το δέρμα, ταχύτερους καρδιακούς παλμούς και περισσότερο ιδρώτα. Επίσης, προσθέτει ότι η θερμική καταπόνηση οδηγεί σε μειωμένη σωματική απόδοση αλλά και παραγωγικότητα.

Φύλο και Αντοχή στη Ζέστη

«Επιδημιολογικά δεδομένα μας δείχνουν ότι οι μεσήλικες και οι ηλικιωμένες γυναίκες αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο νοσηρότητας και θνησιμότητας από τη ζέστη, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια καυσώνων, συγκριτικά με συνομήλικους άνδρες» αναφέρει ο Δρ Φλουρής. Συνεχίζοντας, εξηγεί ότι «σειρά μελετών μας προσπαθούν να εξηγήσουν κατά πόσο οι γυναίκες και οι άνδρες μπορούν να ανεχθούν την παρατεταμένη εργασία σε θερμό περιβάλλον. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι γυναίκες έχουν συνολικά μειωμένη ικανότητα ρύθμισης της θερμοκρασίας του πυρήνα του σώματός τους όταν εκτίθενται σε θερμική καταπόνηση. Αυτό οφείλεται στη μειωμένη εφίδρωση που παρατηρείται στις γυναίκες, παρά το ότι έχουν περισσότερους ιδρωτοποιούς αδένες. Περαιτέρω δεδομένα από τις μελέτες μας έδειξαν ότι η μειωμένη ανοχή των γυναικών στη ζέστη σχετίζεται επίσης με παράγοντες όπως η σωματική μορφολογία, η σωματική κατάσταση και ο τύπος της εργασίας». Παρόλα τα παραπάνω ευρήματα, τονίζει ο Δρ Φλουρής, «εξακολουθεί να υπάρχει προβληματισμός στην επιστημονική κοινότητα για το κατά πόσο το φύλο επηρεάζει ανεξάρτητα την ικανότητα θερμορύθμισης».

Πραγματικές Συνθήκες: Ανακρίβειες στη Θερμική Έρευνα

Στην καθημερινότητά μας, οι σωματικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών -όπως η μυϊκή μάζα και η σωματική κατάσταση- επηρεάζουν σημαντικά την ικανότητά τους να ανταποκριθούν στη θερμική καταπόνηση, ιδιαίτερα όταν εργάζονται κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Οι γυναίκες, λόγω αυτών των παραγόντων, ενδέχεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για θερμικές διαταραχές όπως θερμική εξάντληση και θερμοπληξία. Ο Δρ Φλουρής επισημαίνει ότι σε κάποιες εργαστηριακές μελέτες δεν εντοπίζονται διαφορές μεταξύ φύλων στη θερμορύθμιση, με τις περισσότερες φορές αυτό να οφείλεται σε λεπτομέρειες του κάθε πειράματος (όπως μικρό δείγμα εθελοντών/τριών, ελαφριά ένδυση κατά τα πειράματα, μικρός χρόνος έκθεσης στη ζέστη αλλά ακόμη και επιλογή των συμμετεχόντων), με αποτέλεσμα η μελέτη να μην αντικατοπτρίζει τις πραγματικές συνθήκες της καθημερινής ζωής ή εργασίας.

Φυσιολογικές Διαφορές Φύλου

Επιστημονικά δεδομένα που έχουν δημοσιευθεί τις τελευταίες δεκαετίες υποδεικνύουν την ύπαρξη φυσιολογικών διαφορών στη θερμορύθμιση μεταξύ ανδρών και γυναικών, με τις περισσότερες ερευνητικές ομάδες να επιβεβαιώνουν ότι οι γυναίκες παρουσιάζουν μειωμένη ικανότητα εφίδρωσης κατά τη διάρκεια της σωματικής άσκησης και την πιθανότητα να έχουν έως και 15% υψηλότερη θερμοκρασία σώματος από τους άνδρες σε θερμά περιβάλλοντα.

«Οι γυναίκες τείνουν να αρχίζουν να ιδρώνουν όταν η θερμοκρασία του σώματός τους έχει αυξηθεί πολύ περισσότερο σε σχέση με αυτή των ανδρών. Επίσης, οι ορμονικές αλλαγές που σχετίζονται με την έμμηνο ρύση και την εγκυμοσύνη επηρεάζουν τη θερμορύθμιση, με την προγεστερόνη να αυξάνει τη θερμοκρασία του σώματος. Επιπλέον, οι γυναίκες με υψηλότερο ποσοστό σωματικού λίπους, που λειτουργεί ως θερμομονωτικός παράγοντας, είναι πιο ευάλωτες στη θερμική καταπόνηση. Στην καθημερινότητα, αυτές οι φυσιολογικές διαφορές ενδέχεται να αυξήσουν τον κίνδυνο οι γυναίκες να αναπτύξουν θερμικές διαταραχές όπως θερμική εξάντληση και θερμοπληξία» τονίζει ο Δρ Φλουρής.

Αυξημένοι Κίνδυνοι για την υγεία των γυναικών

Οι γυναίκες εμφανίζουν μειωμένη ανοχή στη θερμική καταπόνηση συγκριτικά με τους άνδρες, γεγονός που οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης θερμικής δυσφορίας και προβλημάτων υγείας, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Ο Δρ Φλουρής επισημαίνει ότι σύμφωνα με επιδημιολογικά δεδομένα, η έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της εργασίας συνδέεται με αυξημένα ποσοστά πρόωρου τοκετού, χαμηλό βάρος γέννησης και έως και διπλάσιο κίνδυνο αποβολής.

Παράλληλα, προσθέτει ότι, σε χώρους εργασίας, η μεγαλύτερη ευαισθησία που παρουσιάζουν οι γυναίκες στη θερμική καταπόνηση ενισχύεται από τα αυξημένα επίπεδα αφυδάτωσης που συχνά παρουσιάζουν. Αυτό οφείλεται στον περιορισμό της πρόσληψης υγρών μια στρατηγική που συχνά υιοθετούν οι γυναίκες ώστε να μειώσουν τη χρήση τουαλέτας, λόγω ελλιπούς πρόσβασης σε χώρους υγιεινής, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο για θερμικές ασθένειες.

 

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ