Κύριο στόχο τη μεσαία τάξη, και ειδικότερα τα εισοδήματα μεταξύ 20.000 και 50.000 ευρώ, που σήκωσαν δυσανάλογο βάρος την τελευταία δεκαετία, θα έχει το οικονομικό πακέτο που προετοιμάζει η κυβέρνηση εν όψει της ΔΕΘ στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Περιγράφοντας το περίγραμμα όσων θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Όμηρος Τσάπαλος, δήλωσε ότι στο επίκεντρο θα είναι «εκείνη η κοινωνική/οικονομική κατηγορία, τα νοικοκυριά που δηλώνουν μεταξύ 20.000 και 50.000 ευρώ, τα οποία σήκωσαν και το μεγαλύτερο κομμάτι τόσο των μνημονίων, αλλά και της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Ήρθε η ώρα αυτοί οι άνθρωποι να επιβραβευτούν με τρόπο μόνιμο και δίκαιο».
Ως προς την φιλοσοφία των μέτρων ο κ. Τσάπαλος υπογράμμισε ότι «δεν υπάρχει η λογική της επιδοματικής στήριξης» και ότι «ο κανόνας είναι να βρίσκουμε τρόπους δημοσιονομικά σωστούς, χωρίς να διακινδυνεύεται η δημοσιονομική πορεία της χώρας, για μονίμου χαρακτήρα μειώσεις φόρων και ενίσχυση εισοδημάτων».
Το οικονομικό πακέτο της ΔΕΘ υπολογίζεται στο 1,5 δισ. ευρώ όμως ο συνδυασμός υπεραπόδοσης των φορολογικών εσόδων και ελιγμών στις δαπάνες ανοίγει τον δρόμο για μεγαλύτερο «καλάθι» παροχών, που μπορεί να παρουσιαστεί τόσο στη ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο όσο και την άνοιξη του 2026 με νέο πακέτο.
«Η βάση η οικονομική του πακέτου μεταρρυθμίσεων που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ θα είναι 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ», όπως επεσήμανε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών. «Από κει και πέρα, η εκτέλεση του προϋπολογισμού εξελίσσεσαι σε ικανοποιητικό βαθμό. Το μέτωπο καταπολέμησης της φοροδιαφυγής πηγαίνει καλά, γιατί και από εκεί θυμίζω περιμένουμε χρήματα για να μπορέσουμε να δώσουμε ως μέτρα μόνιμης μείωσης φόρων στη ΔΕΘ, όπως και το πρωτογενές πλεόνασμα πάει καλά».
Η εκτίμηση του οικονομικού επιτελείου είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα ξεπεράσει για δεύτερη χρονιά το 4% του ΑΕΠ. Αυτό δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο άνω των 2 δισ. ευρώ, με τις κυβερνητικές πηγές να μιλούν για «δίδυμο πακέτο» παροχών: ένα που θα ανακοινωθεί στη ΔΕΘ και ένα δεύτερο την άνοιξη του 2026.
Κρίσιμο σημείο αποτελούν οι διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες. Με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες να δίνουν έμφαση όχι στο ύψος του πλεονάσματος αλλά στις «οροφές» δαπανών, η Ελλάδα διαθέτει ήδη χώρο 1,5 δισ. ευρώ για μόνιμα μέτρα από το 2026, χάρη και στην εξαίρεση των αμυντικών δαπανών. Εφόσον αποδειχθεί ότι η υπεραπόδοση των εσόδων είναι διαρθρωτική και όχι συγκυριακή, ο χώρος αυτός μπορεί να αυξηθεί κατά 300–500 εκατ. ευρώ.
Φορολογικές ελαφρύνσεις
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ σε ένα ρεαλιστικό σενάριο, το συνδυαστικό «κέρδος στην τσέπη» από φοροελαφρύνσεις, μισθολογικές αυξήσεις, ενισχύσεις στέγασης (πάνω από 40 μέτρα συνολικά) θα κυμαίνεται από 300 έως 2.000 ευρώ τον χρόνο για πάνω από 4 εκατομμύρια εργαζομένους, επαγγελματίες, συνταξιούχους και ιδιοκτήτες ακινήτων. Το σχέδιο της κυβέρνησης έχει λάβει το πράσινο φως από την Κομισιόν ότι δεν παραβιάζει δημοσιονομικά όρια και κανόνες. Ετσι, δεν απειλείται η σταθερότητα της εθνικής οικονομίας εν αναμονή των θετικών εκθέσεων από την Κομισιόν και τους διεθνείς οργανισμούς, αλλά και τις αναβαθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα μας από τους οίκους αξιολόγησης (Moody’s στις 19 Σεπτεμβρίου, Standard and Poor’s στις 18 Οκτωβρίου, Fitch τον Νοέμβριο κ.ο.κ.).
Σε αυτή την κατεύθυνση η κυβέρνηση φαίνεται να εγκαταλείπει οριστικά τις εισηγήσεις για τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, δηλαδή την αυτόματη ετήσια προσαρμογή των κλιμακίων φόρου εισοδήματος με βάση τον πληθωρισμό. Ο λόγος είναι ότι κρίθηκε πως αν μια χρονιά ο πληθωρισμός επιμείνει (αυξήθηκε σε 3,1% τον Ιούλιο και είχε φτάσει και στο 9% προ ολίγων ετών), το δημοσιονομικό κόστος υλοποίησης του μέτρου θα έφτανε στο 1 δισ. τον χρόνο, απειλώντας τον προϋπολογισμό και την οικονομική σταθερότητα της χώρας. Επίσης αποκρούουν τις εισηγήσεις για επαναφορά των δώρων στις συντάξεις και στο Δημόσιο, που θα κόστιζαν 3 και 5 δισ. ευρώ τον χρόνο αντίστοιχα, ενώ αποκλείουν νέες μειώσεις ΦΠΑ και τη θέσπιση φορολογικών αντικινήτρων (φόρος αδράνειας) σε σπίτια που παραμένουν κλειστά αντί να διατεθούν προς ενοικίαση.
Σε αντιστάθμισμα, το οικονομικό επιτελείο προκρίνει μια γενναία -αλλά εφάπαξ και όχι επαναλαμβανόμενη κάθε χρόνο- αλλαγή της φορολογικής κλίμακας, που θα δίνει ανάσα σε μεσαία εισοδήματα έως 50.000 ευρώ τον χρόνο, με έμφαση σε οικογένειες με παιδιά. Οι αλλαγές θα ισχύσουν για τα εισοδήματα που θα αποκτηθούν από 1.1.2026 και θα δηλωθούν το 2027. Ετσι, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι θα δουν άμεσο όφελος -λόγω μείωσης στην παρακράτηση φόρου- σε κάθε πληρωμή τους από τον Ιανουάριο του 2026. Το συνολικό ετήσιο όφελος από φόρους για μεσαία εισοδήματα έως 40.000 ή 50.000 ευρώ εκτιμάται ότι θα φτάνει για πολλούς τα 1.500 ή και 2.000 ευρώ σε δωδεκάμηνη βάση, δηλαδή σχεδόν έναν ολόκληρο μεσαίο μισθό. Τα επιμέρους σενάρια που εξετάζονται περιλαμβάνουν πολλές και σημαντικές αλλαγές στη φορολογική κλίμακα, που σχεδιάζεται να ισχύσουν ακόμη και ταυτόχρονα.
Συγκεκριμένα:
■ Δημιουργία ενός χαμηλότερου ενδιάμεσου φορολογικού συντελεστή 15% στο τμήμα του εισοδήματος από 10.001 έως 16.000 ευρώ τον χρόνο. Στόχος είναι να εξομαλυνθεί η εκτίναξη φόρου που προκύπτει σήμερα για όποιον περνά από τον συντελεστή 9% (στα εισοδήματα έως 10.000 ευρώ) στον συντελεστή 22%. Από μόνο του το συγκεκριμένο μέτρο μπορεί να αποφέρει ετήσια ελάφρυνση έως 420 ευρώ για μισθωτούς ή συνταξιούχους που ζουν με μηνιαίο εισόδημα από 1.000 ευρώ και πάνω καθαρά.
■ Αναπροσαρμογές και στα ανώτερα κλιμάκια, αλλά και στον ανώτατο συντελεστή φόρου εισοδήματος. Σήμερα, ο υψηλός συντελεστής φτάνει στο 44%, αλλά ενεργοποιείται για εισοδήματα από 40.000 ευρώ και άνω. Πιάνει δηλαδή μισθούς από 2.850 ευρώ τον μήνα, επίπεδο που θεωρείται σχετικά χαμηλό πλέον για τα δεδομένα μιας μεσαίας τάξης οικογένειας. Εξετάζεται έτσι να ξεκινά από τα 45.000 ή 50.000 ευρώ και άνω ή να μειωθεί κατά 2 έως 4 ποσοστιαίες μονάδες, στο 42% ή στο 40% ενδεχομένως. Στην τσέπη μια τέτοια μείωση θα απέφερε επιπλέον 1.000 έως 2.000 ευρώ ετησίως (αναλόγως πώς τελικώς θα εφαρμοστεί) για εισοδήματα πάνω από 40.000 ή και 50.000 ευρώ τον χρόνο.
■ Αλλαγή στα κλιμάκια και τους συντελεστές μπορεί να συμπαρασύρει προς τα πάνω και το (έμμεσο) αφορολόγητο μισθωτών, συνταξιούχων και αγροτών που έχει καθηλωθεί στα 8.636 ευρώ για τον άγαμο, στα 9.500 ή 10.000 ευρώ ενδεχομένως. Αυτή η αλλαγή έχει συμβολικό, αλλά και πρακτικό στόχο: η μείωση του αφορολόγητου στα 8.636 ευρώ επιβλήθηκε ως μνημονιακό μέτρο το 2016 και είχε ως αποτέλεσμα να πληρώνουν φόρο εισοδήματος ακόμα και εργαζόμενοι που ζουν με μόλις 620 ευρώ τον μήνα. Εξαιτίας της, 2 εκατομμύρια νοικοκυριά βλέπουν τις αυξήσεις μισθών που πήραν την τελευταία πενταετία να ψαλιδίζονται από το εξαιρετικά χαμηλό αφορολόγητο όριο. Η πίεση της ακρίβειας ενισχύει τις προθέσεις για αντιμετώπιση της φορολογικής παγίδας που δημιουργούν οι συνεχείς αυξήσεις στον κατώτατο μισθό. Η αύξηση του αφορολόγητου θα πρόσθετε άλλα 100-120 ευρώ ετησίως στο καθαρό εισόδημα των φορολογουμένων.
■ Εναλλακτικά και στοχευμένα, όμως, εξετάζεται να δοθεί μεγαλύτερο αφορολόγητο μόνο σε οικογένειες με παιδιά, πέρα από τα 1.000 ευρώ ανά παιδί που ισχύουν ήδη από το 2024. Συνδυαστικά, το αφορολόγητο για οικογένειες με παιδιά μπορεί να ξεκινά από 11.000 ευρώ και άνω, προσφέροντας ενισχυμένα οφέλη επιπλέον 150-220 ευρώ για κάθε παιδί. Σήμερα, το αφορολόγητο για οικογένεια με ένα παιδί φτάνει στα 10.000 ευρώ, για δύο παιδιά στα 11.000 ευρώ και με τρία παιδιά στα 12.000 ευρώ.
■ Επιπλέον, το φορολογικό πακέτο εισάγει και σταδιακό κούρεμα τεκμηρίων διαβίωσης. Εξετάζεται εξορθολογισμός και μείωσή τους κατά 30%, σταδιακά ενδεχομένως, έως το 2027. Η εξέλιξη αυτή θα δώσει ανάσα σε πάνω από 1,5 εκατομμύριο νοικοκυριά -στην πλειονότητά τους μισθωτοί και συνταξιούχοι- που πληρώνουν πρόσθετο φόρο περί τα 300 ευρώ οι περισσότεροι για φορολογητέα εισοδήματα που υπολογίζει διά νόμου η Εφορία, αλλά στην πραγματικότητα δεν τα έχουν.
Πηγή: protothema.gr