Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024 00:56
Κόσμος

«Εφιάλτης» στο χιόνι: Γαλλίδα περιγράφει τα όσα έζησε στο «βουνό-δολοφόνο» του Πακιστάν






Μια Γαλλίδα που διασώθηκε από το «βουνό-δολοφόνο» του Πακιστάν περιέγραψε σε συνέντευξη πώς, αφού αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον αδύναμο συνορειβάτη της, πραγματοποίησε μια επικίνδυνη κατάβαση στο βαθύ σκοτάδι και έπειτα περίμενε τη  σωτηρία για περισσότερες από 24 ώρες, ενώ υπέφερε από  παραισθήσεις.

Η 37χρονη Elisabeth Revol επέστρεψε στη Γαλλία αφού διασώθηκε την Κυριακή από το Νάνγκα Παρμπάτ, την ένατη υψηλότερη κορυφή στον κόσμο στα 8.126 μέτρα. Νοσηλεύεται σε νοσοκομείο στην περιοχή Haute-Savoie, όπου οι γιατροί θα κληθούν τις επόμενες μέρες να αποφασίσουν αν θα χρειαστεί ακρωτηριασμός στα χέρια και το αριστερό της πόδι, εξαιτίας των εκτεταμένων κρυοπαγημάτων.

Σε συνέντευξή της στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η 37χρονης περιέγραψε πώς οι διασώστες την παρότρυναν να εγκαταλείψει τον εξασθενημένο από την αιμορραγία συνορειβατη της, τον Πολωνό Tomek Mackiewicz, κάτι που είπε ότι ήταν «τρομερό και επώδυνο». Το σωστικό συνεργείο δεν κατάφερε να φτάσει στον Mackiewicz, πατέρα τριών παιδιών, που είχε επιχειρήσει έξι φορές στο παρελθόν να κατακτήσει το Νάνγκα Παρμπάτ. Οι πιθανότητες να βρεθεί ζωντανός είναι πλέον ελάχιστες.
Η Revol ήταν η πρώτη γυναίκα που επιχείρησε να ανέβει στο βουνό το χειμώνα χωρίς οξυγόνο και χωρίς τη συνοδεία σέρπα. «Προλάβαμε να μείνουμε μόλις ένα δευτερόλεπτο στην κορυφή. Έπρεπε να βιαστούμε να κατεβούμε», είπε στο AFP.

Ο Mackiewicz, ο οποίος δεν φορούσε μάσκα, της είπε ότι η όρασή του είχε κάποιο πρόβλημα. Μέχρι το βράδυ είχε αναπτύξει φλεγμονή στα μάτια. Κουβαλώντας τον σύντροφό της στους ώμους της η Revol Ρεβόλ άρχισε την επικίνδυνη κατάβαση στο σκοτάδι. «Κάποια στιγμή, δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Έβγαλε το προστατευτικό που είχε στο στόμα του και άρχισε να παγώνει. Η μύτη του έγινε λευκή και έπειτα τα χέρια, τα πόδια του», θυμάται η Revol από το κρεβάτι του νοσοκομείου.

Πέρασαν όλη τη νύχτα αγκαλιασμένοι στην εσοχή ενός βράχου, ωστόσο η κατάσταση του Mackiewicz χειροτέρευε. Σύντομα αίμα άρχισε να τρέχει από το στόμα του, σημάδι της συγκέντρωσης υγρών στο σώμα, το τελικό στάδιο της οξείας ασθένειας του βουνού. H Revol είχε στείλει διάφορα μηνύματα για βοήθεια, και οι διασώστες της είπαν να κατέβει στα 6.000 μέτρα. Είπε στον Mackiewicz: «Άκου, το ελικόπτερο θα φτάσει αργά το απόγευμα. Πρέπει να κατέβω μόνη, θα γυρίσω να σε πάρω».

Φτάνοντας σε χαμηλότερο υψόμετρο, σταμάτησε για να περιμένει το ελικόπτερο με τους διασώστες το οποίο ωστόσο έμελλε να αργήσει αρκετά.  Πέρασε ακόμη μία νύχτα στην εσοχή ενός βράχου, μόνη, χωρίς σκηνή ή υπνόσακο, κοντεύοντας να τρελαθεί από την αγωνία για τον Mackiewicz.

«Είχα παραισθήσεις κατά τη διάρκεια της νύχτας. Φανταζόμουν ανθρώπους να μου φέρνουνε ζεστό τσάι. Μια γυναίκα με ρώτησε αν σε αντάλλαγμα μπορούσε να πάρει το παπούτσι μου. Εκείνη τη στιγμή σηκώθηκα αυτόματα, έβγαλα το παπούτσι μου και της έδωσα. Το πρωί, όταν ξύπνησα, φορούσα μόνο την κάλτσα μου»,
περιγράφει η 37χρονη.

Όπως αναφέρει, το παπούτσι της ήταν άφαντο. Έμεινε ξυπόλητη πέντε ώρες με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρά κρυοπαγήματα που ίσως οδηγήσουν σε ακρωτηριασμό.

Ξαφνικά, άκουσε ελικόπτερα, αλλά οι διασώστες δεν μπορούσαν να προσγειωθούν λόγω του ανέμου. Αντιμέτωπη με το τρομακτικό ενδεχόμενο να περάσει ακόμα μια νύχτα στο βουνό, ξεκίνησε μια τελευταία απελπισμένη προσπάθεια κατάβασης, με υγρά γάντια και παγωμένα πόδια. Κατάφερε να φτάσει σε έναν από τους καταυλισμούς γύρω στις 3 πμ, όπου τη βρήκε αναίσθητη μια ομάδα ειδικά εκπαιδευμένων διασωστών, οι οποίοι ανέβαιναν το βουνό για τη βρουν, σε μια άκρως επικίνδυνη επιχείρηση.

Ερωτηθείσα αν θα συνεχίσει την ορειβασία, η 37χρονη είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο: «Νομίζω ότι θα τη συνεχίσω. Το έχω ανάγκη».

 

 

Πηγή: protothema.gr